Τρίτη, Μαρτίου 31, 2015

Ερωτοτροπίες

Χαβιέρ Μαρίας
Ερωτοτροπίες
Πατάκης, 2015
Μετ. Χριστίνα Θεοδωροπούλου
Όταν κλείνω την τελευταία σελίδα ενός καλού βιβλίου, ταυτόχρονα με την ικανοποίηση που μου άφησε το ωραίο ανάγνωσμα, με κυριεύει και μια μελαγχολική σκέψη. Πότε θα ξανασυναντήσω ένα εξίσου καλό βιβλίο; (Εξαιρώ βέβαια τα κλασικά αριστουργήματα, που αν και μπορεί να τα έχω μισοξεχάσει, δεν έχω τη διάθεση να ξαναδιαβάσω. Εννοώ ένα σύγχρονο καλό βιβλίο).
Τη μελαγχολική αυτή διάθεση δεν απέφυγα και σήμερα, καθώς τέλειωνα το μυθιστόρημα του Ισπανού Χαβιέρ Μαρίας, "Ερωτοτροπίες". Νομίζω πως ο τίτλος είναι παραπλανητικός και αδικεί το βιβλίο, δίνοντας την εντύπωση ενός ακόμα αισθηματικού ευπώλητου. Και ίσως να μην το πρόσεχα και να μην το αγόραζα αν δεν μου το σύστηνε η άγνωστη διαδικτυακή σχολιάστρια του blog μου, Evitaki2, την οποία και ευχαριστώ.
Χαρακτήρισα τον τίτλο παραπλανητικό. Όχι γιατί δεν υπάρχει στο βιβλίο έρωτας, ίσα-ίσα αυτός είναι το "κινούν" το όλο έργο. Όμως η αξία και το ενδιαφέρον του βιβλίου δεν βρίσκεται στο ερωτικό στοιχείο. Βρίσκεται στις σκέψεις, στη ψυχολογική εμβάθυνση και ανάλυση, στην καταβύθιση στα άδυτα του μυαλού και της συνείδησης, στον προβληματισμό γύρω από το θάνατο, τη βίωση του πένθους, το τυχαίο, τη σύμπτωση. Γύρω ακόμα από την αναφορά και άντληση παραδειγμάτων από κλασικά λογοτεχνικά έργα: Ένα διήγημα του Μπαλζάκ, τους Τρεις Σωματοφύλακες, τον Μάκβεθ. Έργα στα οποία (ιδίως στον Μπαλζάκ) ο συγγραφέας επανέρχεται ξανά και ξανά.
Πρωτοπρόσωπη αφηγήτρια είναι η Μαρία Ντολθ, που εργάζεται σ' έναν εκδοτικό οίκο. Κάθε πρωί, πριν πάει στη δουλειά της, συνηθίζει να παίρνει το πρόγευμά της σε μια γειτονική καφετέρια. Εκεί για καιρό πολύ βλέπει από μακριά ένα άγνωστό της ζευγάρι, που επίσης προγευματίζει εκεί. Της φαίνονται τόσο αγαπημένοι, τόσο δεμένοι μεταξύ τους καθώς διακριτικά τους παρατηρεί και μέσα της τους ονομάζει "Το τέλειο ζευγάρι". Αισθάνεται μια αισιοδοξία καθώς τους βλέπει, ένα συναίσθημα ότι η μέρα της θα πάει καλά και στενοχωριέται όταν κάποτε το ζευγάρι για εβδομάδες δεν εμφανίζεται. Όλως τυχαίως θα μάθει ότι ο άντρας, που λεγόταν Μιγέλ Ντεβρέν ή Ντεσβρέν δολοφονήθηκε από έναν άγνωστό του. Κατά λάθος; Τον νόμισε για κάποιον άλλον; Για λάθος λόγους; Το τυχαίο υπεισέρχεται στη ζωή μας κι όταν η αφηγήτρια θα συναντήσει τη χήρα του Ντεβρέν, εκείνη, παρ' όλη τη θλίψη θα ομολογήσει, μιλώντας για το δολοφόνο: "Αυτός ο άνθρωπος έχει για μένα την ίδια αξία με μια μαρκίζα που αποσπάται και σου πέφτει στο κεφάλι ακριβώς την ώρα που περνάς από κάτω, θα μπορούσες να μην έχεις περάσει εκείνη τη στιγμή-ένα λεπτό πριν και ούτε που θα το είχες πάρει είδηση. Ή με μια σφαίρα από κάποιο κυνήγι, ριγμένη από έναν ατζαμή ή έναν ηλίθιο-θα μπορούσες να μην είχες πάει εκείνη την ημέρα στην εξοχή. Ή μ' έναν σεισμό που σε πετυχαίνει σε κάποιο ταξίδι, θα μπορούσες να μην είχες πάει σ' αυτό το μέρος".
Μια γνωριμία της Μαρία Ντολθ με τον στενό φίλο του Ντεβρέν, Χαβιέρ Ντίαθ-Βαρέλα, θα οδηγήσει σ' ένα ερωτικό δεσμό μεταξύ τους. Μακροσκελείς συζητήσεις, σκέψεις, ανατροπές, διαδέχονται η μια την άλλη. Σκέψεις γύρω από τη ζωή και το θάνατο, τη βίωση του πένθους, τη φιλία, τον έρωτα. Λέει κάποια στιγμή ο Ντίθ-Βαρέλα συνομιλώντας με τη Μαρία: " Και βέβαια κλαίμε τον φίλο, όπως εγώ έχω κλάψει τον Μιγέλ, αλλά μέχρι και σ'αυτό υπάρχει μια ευφραντική αίσθηση επιβίωσης και μιας καλύτερης προοπτικής, του να είσαι εσύ αυτός που παρευρίσκεται στον θάνατο του άλλου και όχι το αντίθετο, του να μπορείς να ατενίσεις ολόκληρο το κάδρο και στο τέλος να διηγηθείς την ιστορία, να αναλάβεις τους ανθρώπους που αφήνει απροστάτευτους και να τους παρηγορήσεις. Καθώς οι φίλοι πεθαίνουν, Ένας λιγότερος, ένας λιγότερος, εγώ ξέρω τι απέγιναν εκείνοι μέχρι την τελευταία στιγμή και είμαι αυτός που μένει για να τα διηγηθεί. Απεναντίας, εμένα κανείς δεν θα με δει να πεθαίνω απ' όσους νοιάζονται αληθινά για μένα, ούτε θα είναι σε θέση να διηγηθεί ολόκληρη την ιστορία μου, επομένως κατά μία έννοια θα είμαι πάντα ανολοκλήρωτος, επειδή εκείνοι δεν θα είναι βέβαιοι ότι εγώ δεν συνεχίζω να είμαι αιώνια ζωντανός, αφού δεν θα με έχουν δει να χάνομαι".
Αλλού πάλι λέει ο Ντίαθ-Βαρέλα: "Κανείς δεν μπορεί να διαμαρτύρεται επειδή δεν έχει γεννηθεί ή επειδή δεν ήρθε νωρίτερα στον κόσμο ή επειδή δεν βρίσκεται πάντα σ'αυτόν, επομένως γιατί θα 'πρεπε να διαμαρτύρεται κανείς που πεθαίνει ή που δεν βρίσκεται ύστερα στον κόσμο ή που δεν μένει πάντα σ' αυτόν; Τόσο το ένα όσο και το άλλο του φαίνονταν το ίδιο παράλογα. Κανείς δεν φέρνει αντιρρήσεις για την ημέρα της γεννησής του, κατά συνέπεια δεν θα έπρεπε να έχει αντιρρήσεις ούτε για την ημερομηνία του θανάτου του, που οφείλεται εξίσου  στο τυχαίο".
Λίγα μόνο δείγματα απ' αυτό το μυθιστόρημα που είναι βέβαιο θα αγαπήσουν όσοι δεν περιορίζονται μόνο στην πλοκή, αλλά αναζητούν από την ανάγνωση κάτι βαθύτερο, ουσιαστικότερο, κάτι που θα βάλει σε κίνηση τη σκέψη.
(ebook)

Κυριακή, Μαρτίου 22, 2015

Το κορίτσι του τρένου

Πόλα Χόκινς
Το κορίτσι του τρένου
Ψυχογιός, 2015
Μετ. Αναστάσιος Αργυρίου
Δεν είναι γιατί δεν υποψιαζόμουν τι θα μπρούσε να είναι ένα ευπώλητο της αγγλόφωνης λογοτεχνίας που το πήρα. Ούτε γιατί παρασύρθηκα από την πληθώρα των επαινετικών σχολίων του αγγλόφωνου κοινού. Εν γνώσει μου αγόραζα ένα βιβλίο, παρόμοιο με χιλιάδες άλλα, που δεν θα είχε να μου προσφέρει πολλά πράγματα. Έλα όμως  που ήταν Σαββατόβραδο, που ήθελα οπωσδήποτε κάτι καινούριο για διάβασμα και που μόνο η ηλεκτρονική αγορά θα μπορούσε τέτοια ώρα και μέρα να μου προσφέρει! 
Και είναι αυτό το παράπονό μου από τους εκδοτικούς οίκους. Γιατί είναι τόσο λίγα τα αξιόλογα βιβλία που εκδίδονται σε ηλεκτρονική μορφή; Στοιχίζει άραγε τόσο πολύ η ταυτόχρονη έκδοση έντυπης και ηλεκτρονικής μορφής; Τι είναι αυτό που εμποδίζει την παράλληλη έκδοση; Μήπως, μεταξύ άλλων, είναι και ο φόβος των δυσμενών επιπτώσεων στα βιβλιοπωλεία ή σε άλλους συναφείς κλάδους; Όμως αυτός ο φόβος και ο κίνδυνος πάντα υπάρχει με την εφαρμογή κάθε καινοτομίας. Για παράδειγμα, τα αυτοκίνητα εξαφάνισαν τις άμαξες και τους αμαξάδες, τα μηχανήματα περιόρισαν την ανθρώπινη εργασία, οι υπολογιστές εξάλειψαν τη χρήση γραφομηχανών κ.λπ., αλλά πάντα οι άνθρωποι προσαρμόζονταν αλλάζοντας επάγγελμα, μεθόδους, τρόπο ζωής. Γιατί λοιπόν να μην αλλάξει και η μορφή των βιβλίων; Τουλάχιστον των λογοτεχνικών, πλείστα από τα οποία προορίζονται για μια και μόνο ανάγνωση; Η ηλεκτρονική μορφή μας επιτρέπει να αγοράζουμε ένα βιβλίο φθηνότερα, όποια ώρα θέλουμε, χωρίς να μετακινούμαστε, χωρίς σπατάλη χαρτιού και προπάντων χωρίς να χρειαζόμαστε τεράστιους χώρους αποθήκευσης.
Έτσι λοιπόν, συνειδητά, χωρίς μεγάλες προσδοκίες, αγόρασα το συγκεκριμένο βιβλίο. Χαρακτηρίζεται ως "ψυχολογικό θρίλερ". Η τεχνική του, δηλαδή η χρησιμοποίηση πέραν του ενός αφηγηματικού προσώπου, έχει πολυχρησιμοποιηθεί. Στο "Κορίτσι του τρένου" τρεις είναι οι πρωτοπρόσωπες αφηγήτριες: Η Ρέιτσελ, που μπορεί να θεωρηθεί ως η βασική ηρωίδα, όχι μόνο γιατί μιλάει περισσότερες φορές από τις άλλες δυο, αλλά και γιατί έχει τον κυριότερο ρόλο. Αυτή άλλωστε είναι το κορίτσι του τρένου. Οι άλλες δυο είναι η Άννα, παντρεμένη με τον Τομ, πρώην σύζυγο της Ρέιτσελ, και η Μέγκαν, παντρεμένη με τον Σκοτ.
Η Ρέιτσελ παίρνει κάθε μέρα τις ίδιες ώρες το τρένο, για να πάει και να επιστρέψει από το Λονδίνο. Την ίδια ώρα κάθε μέρα, όταν το τρένο σταματά σ' ένα σηματοδοτότη, παρακολουθώντας τα σπίτια που είναι πλάι στις γραμμές του τρένου, την προσοχή της Ρέιτσελ ελκύει ένα ζευγάρι που της φαίνεται πολύ ευτυχισμένο. Η Ρέιτσελ που είναι αλκοολική, με διαταραγμένη προσωπικότητα, με κενά μνήμης, κάποια μέρα θα γίνει μέρος της ζωής αυτού του ζευγαριού, αλλά με κάποιο θα εμπλακούν και οι άλλες δυο αφηγήτριες.
Η αφήγηση προχωρεί πολύ αργά, με επαναλαμβανόμενες παρόμοιες σκηνές, έστω κι αν δίνονται από τη διαφορετική σκοπιά καθεμιάς από τις τρεις αφηγήτριες, και μόνο προς το τέλος η υπόθεση αποκτά ένα κάπως πιο γοργό και ενδιαφέροντα ρυθμό.
Γενικά, θα χαρακτήριζα το βιβλίο ως αξιοπρεπές στο είδος του, αλλά που δεν θα αγόραζα, αν είχα περισσότερες δυνατότητες επιλογής.
(ebook)

Κυριακή, Μαρτίου 15, 2015

Ο κύκλος

Dave Eggers
Ο κύκλος
Κέδρος, 2014
Μετ. Ιλάειρα Διονυσοπούλου
Έχει χαρακτηριστεί ως  "Ένα 1984 για τη γενιά του διαδικτύου". Παρ' όλο ότι δεν νομίζω ότι θα φτάσει ποτέ τη σημασία, τη διαχρονική αξία και την εμβληματικότητα του περίφημου μυθιστορήματος του Τζωρτζ Όργουελ, εντούτοις δεν παύει να είναι ένα έργο που χαρακτηρίζει με τον καλύτερο τρόπο τη σημερινή γενιά του διαδικτύου. Θα μπορούσα επίσης να πω ότι αποτελεί την καταγραφή ενός ακόμα βήματος που μας φέρνει  πιο κοντά στην υλοποίηση του εφιαλτικού κόσμου του "1984".
Κεντρική ηρωίδα είναι η νεαρή Μέι Χόλαντ, που με δέος και ενθουσιασμό αρχίζει να εργάζεται στην τεράστια διαδικτυακή εταιρεία "Κύκλος". Δέκα χιλιάδες υπαλλήλους, υπερσύγχρονα γραφεία, τεράστιες εγκαταστάσεις, ανέσεις, γήπεδα και χώρους ψυχαγωγίας, πεντακάθαρο περιβάλλον, φροντίδα για την υγεία όχι μόνο των υπαλλήλων αλλά και εξαρτωμένων τους, μέχρι και ωραία δωμάτια νυχτερινής διαμονής για υπαλλήλους που είναι πολύ κουρασμένοι ή δεν θέλουν να χάσουν χρόνο πηγαινοερχόμενοι στα σπίτια τους, διαθέτει αυτή η εταιρεία-κολοσσός.
Η Μέι αισθάνεται εντυπωσιασμένη και τυχερή που προσλαμβάνεται σ' αυτή τη μοναδική στο είδος της εταιρεία, δημιούργημα Τριών Σοφών, τριών νεαρών που είναι γνώστες της τεχνολογίας. Η αρχική δραστηριότητα της εταιρείας ήταν η ενοποίηση όλων των λογαριασμών των πελατών της. Δηλαδή το προφίλ τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα συστήματα πληρωμής τους, οι πολλαπλοί κωδικοί, η ηλεκτρονική τους αλληλογραφία κ.λπ. ενοποιήθηκαν όλα σε ένα, το Αληθινό Εγώ. Οι υπάλληλοι δεν έχουν καθήκον μόνο να ανταποκρίνονται στα αιτήματα των πελατών τους. Πρέπει ταυτόχρονα να συμμετέχουν στα κοινωνικά δίκτυα, να ανταποκρίνονται στα "σφυρίγματα", "χαμόγελα", "κατσουφιάσματα" και ανάλογα βαθμολογούνται με το ΒαΣυ (Βαθμό Συμμετοχής). Η Μέι βυθίζεται ολοένα και πιο βαθιά σ'αυτό τον κόσμο, εργάζεται ολοένα και πιο πολλές ώρες.
Η εταιρεία δεν περιορίζεται μόνο σ' αυτά, εξελίσσεται, αναζητά και υλοποιεί καινούριες ιδέες, Μια καινοτομία είναι η λεγόμενη Άλλη Οπτική. Μικρές, αδιόρατες κάμερες που μπορεί εύκολα οποιοσδήποτε να στήσει όπου θέλει. Σε μια παραλία, σ' ένα πάρκο, σ' ένα δρόμο, παντού. Και ό,τι συμβαίνει εκεί να γίνεται αμέσως κτήμα όλων όσοι έχουν λογαριασμό στην εταιρεία. Η Μέι δεν μπορεί πια να κάνει τη δουλειά της με μια μόνο οθόνη. Παρακολουθεί ταυτόχρονα και δεύτερη και τρίτη και τέταρτη, έχοντας να απαντήσει ή να συμμετάσχει σε χιλιάδες αιτήματα, να στείλει εκατομμύρια  "χαμόγελα" ή "κατσουφιάσματα".
Ένα περαιτέρω βήμα είναι η Διαφάνεια. Μια κάμερα που εθελοντικά μπορεί κάποιος να φορέσει, θα τον δείχνει όλες τις ώρες της ημέρας, σε όλες του τις δραστηριότητες. Οι πρώτοι που ζητούν να γίνουν Διάφανοι είναι κάποιοι πολιτικοί, για να αυξήσουν τη δημοτικότητα και τους ψηφοφόρους τους, ενώ και η Μέι θα ζητήσει να γίνει Διάφανη, με εκαταμμύρια άτομα να την ακολουθούν σε κάθε της βήμα.
Ένας μυστηριώδης ξένος που τριγυρνά στην εταιρεία και ελκύει σεξουαλικά τη Μέι, εντείνει την περιέργεια και το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Ταυτόχρονα,  επιφυλάξεις και αντιρρήσεις σ' αυτά που συμβαίνουν, σ' αυτή την παρακολούθηση των πάντων από τους πάντες προβάλλονται από ένα παλιό δεσμό της Μέι, τον Μέρσερ, τον οποίο συναντά όταν επισκέπτεται τους γονείς της. Το τέλος, γεμάτο ανατροπές, δεν είναι καθόλου αισιόδοξο.
Παρ' όλο ότι η συνεχής αριθμητική αναφορά στην αναγνωσιμότητα των σελίδων, στους φίλους, στα "σφυρίγματα", στους ακολούθους (followers), στα αιτήματα, στο βαθμό εξυπηρέτησης πελατών και πλήθος άλλα, είναι ενίοτε κουραστική και ανιαρή, εντούτοις συμφωνώ ανεπιφύλακτα με τον Πατριάρχη Φώτιο που γράφει: "Οι άνθρωποι που μεγαλώνουν με κουλτούρα facebook, οι νέοι που απαξιώνουν το ιδιωτικό-οικογενειακό και προκρίνουν το δημόσιο-φιλοπαρεΐστικο, τα άτομα του σήμερα τα οποία θεοποιούν την παγκοσμιοποίηση και τις απειράριθμες (ψεύτικες) σχέσεις που τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ευνοούν και εν πολλοίς υπαγορεύουν, πρέπει να διαβάσουν αυτό το βιβλίο".

Κυριακή, Μαρτίου 08, 2015

Το βιβλίο της Κατερίνας

Αύγουστος Κορτώ
Το βιβλίο της Κατερίνας
Πατάκης, 2013
"Θαυμάστε, όχι, θαυμάστε το μεγαλείο της ελληνικής οικογένειας. Αρρώστια, αρρώστια, αρρώστια".
Η φράση αυτή, ειρωνική και αυτοσαρκαστική, θα μπορούσε, νομίζω, να συνοψίζει όλο το μυθιστόρημα του Αύγουστου Κορτώ. Δεν ξέρω ποιος πρώτος επινόησε την ομιλούσα, νεκρή πια, μητέρα, ο Χωμενίδης με τη "Νίκη" ή ο Κορτώ με "Το βιβλίο της Κατερίνας", αν πρόκειται για αλληλεπίδραση ή σύμπτωση, όπως πολύ συχνά στη λογοτεχνία συμβαίνει. Η ομοιότητα πάντως σταματά εκεί. Ή μάλλον, προχωρεί ακόμα λίγο, στη μέσω της μητέρας εξιστόρηση της οικογενειακής ιστορίας. Όμως οι διαφορές μεταξύ των δύο βιβλίων είναι περισσότερες από τις ομοιότητες. Ο Χωμενίδης στην αφήγηση εντάσσει ιστορικά γεγονότα, πολιτικές ιδεολογίες, γράφει ανάλαφρα, σαν να το διασκεδάζει, ο αναγνώστης συχνά χαμογελά κι ας περιγράφονται πολύ δύσκολες στιγμές, οικογενειακές και εθνικές.
Ο Κορτώ εγκλωβίζεται στο οικογενειακό δράμα. Μαζί του υποφέρεις. τελειώνοντας το βιβλίο νιώθεις να σε βαραίνει, σαν οι αρρώστιες, η παθογένεια, η μανιοκατάθλιψη, το αλκοόλ και τα αμέτρητα χάπια που η μάνα καταπίνει, ως τα τελευταία που της πήραν και τη ζωή, να ανακατεύονται στο δικό σου στομάχι. Οι χρονολογίες, από το 1866 ως το 2002 μνημονεύονται μόνο και μόνο για να σηματοδοτήσουν γεννήσεις, γάμους, αρρώστιες, τσακωμούς, θανάτους. Κανένα ιστορικό γεγονός δεν διακόπτει την εξιστόρηση του οικογενειακού μύθου και δράματος. Μόνο ένα σύντομο πέρασμα από τη Χούντα  της επταετίας κι ένας εξίσου σύντομος σταθμός στο σεισμό της Θεσσαλονίκης του 1978 αναφέρονται. Τίποτε άλλο δεν διακόπτει την οικογενειακή ιστορία.
Σταδιακά ο κύκλος της αφήγησης γίνεται ακόμα στενότερος. Η μάνα Κατερίνα ολοένα και περισσότερο στρέφεται στον εαυτό της, στην αρρώστια της και προπάντων στην αγάπη και στο αφύσικο δέσιμο με το μοναχογιό της, τον Πέτρο. Μια αγάπη αρρωστημένη, που ξεπερνά τα φυσιολογικά πλαίσια, που εγκλωβίζει τον άλλο και που ίσως δεν είναι άσχετη με την ομοφυλοφιλία του γιου, την οποία εκείνος ουδόλως αποκρύπτει ή συγκαλύπτει.
Και είναι εκείνος, ο αγαπημένος γιος, που θα τη βρει τελικά νεκρή, όταν εκείνη, μη αντέχοντας πια την αρρώστια, θα πάρει γύρω στα τετρακόσια χάπια για να γλιτώσει επιτέλους από το μαρτύριο. Σ' ένα σημείωμα που άφησε κρυμμένο και που ο γιος θα βρει μήνες μετά, έγραψε: "Σου εύχομαι να κάνεις ένα παιδί, για να τ' αγαπήσεις όσο σ' αγάπησα εγώ, και να σ' αγαπήσει όσο μ' αγάπησες εσύ".
Νομίζω πως αυτή η αρρωστημένη αγάπη δεν είναι ευχή, είναι μάλλον κατάρα.
(ebook)